7.12.05

ΜΩΡΙΑΣ ΕΓΚΩΜΙΟΝ, του ΕΡΑΣΜΟΥ

Αποσπάσματα

(μτφ. Στρατής Τσίρκας)

Τι να πω τώρα για τους αυλικούς;
Γενικά, δεν έχει πιο πουλημένους, δουλικούς, χαζούς και πρόστυχους απ' αυτούς, κι όμως όλοι γυρεύουν να περάσουν για αφρόκρεμα της οικουμένης. Μόνο σ' ένα πράμα είναι πολύ μετρημένοι: τους φτάνει που σκεπάζουν το κορμί τους με χρυσάφι, διαμαντικά, πορφύρα κι όλα τα εμβλήματα της αρετής και της φρονιμάδας, κι αφήνουν σ' άλλους να τα εφαρμόζουν στην πράξη.
Νομίζουν πως η ευτυχία τους όλη, είναι που μπορούν και λένε το βασιλιά, Κύριε μου, που ξέρουν να τον χαιρετούν με λίγα λόγια, που μοιράζουν μπόλικα τα Γαληνότατε, Μεγαλειότατε, Εκλαμπρότατε. Και δώστου να φτιασιδώνονται και δώστου να κολακεύουν χαριτωμένα. Αυτά είναι τα ταλέντα που χρειάζονται οι αριστοκράτες και οι αυλικοί. Τώρα, αν κοιτάξεις από κοντά, θα βρεις πως ζουν σαν Φαίακες, σαν αληθινοί "μνηστήρες της Πηνελόπης..." -ξέρεις πως τελειώνει ο στίχος, κι η Ηχώ θα σου τον πει καλύτερα από μένα. Κοιμούνται ως το μεσημέρι. Μόλις βγάλουν το πόδι τους απ' το κρεβάτι, ένας πληρωμένος παπαδάκος, που στέκεται πλάι, τους τελειώνει στα βιαστικά μια λειτουργία. Γρήγορα το πρόγευμα. Κι αμέσως τους φωνάζει το γεύμα. Ύστερα έρχονται τα ζάρια, το σκάκι, τα χαρτιά, οι τζουτζέδες, οι τρελοί, οι πόρνες, τα παιχνίδια και τα σαλιαρίσματα. Στ' αναμεταξύ, ένα ή δυό κολατσιά. Ύστερα στρώνονται στο τραπέζι για το δείπνο και ξοπίσω μπεκρούλιασμα ολονυχτίς! Έτσι, δίχως σκοτούρες, κυλούν οι ώρες τους, οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια, οι αιώνες. Αφού και μένα με πιάνει αναγούλα και φεύγω πέρα απ' αυτά τα υψηλά πρόσωπα, που θαρρούν πως είναι συντροφιά με τους θεούς, κι είναι ακόμα (νομίζουν) πιό κοντά τους, όσο πιο μεγάλη ουρά σέρνουν πίσω τους (σ. 128).

H μανία της θρησκευτικής ευλάβειας
Μπορεί να προκαλεί τα ίδια αποτελέσματα, αλλά δεν είναι ίσως η ίδια τρέλα με τη δική μας. Μοιάζουν όμως οι δυό τόσο πολύ, που ο κοσμάκης τις μπερδεύει. Κι ακόμα παραπάνω γιατί μετριούνται στα δάχτυλα όσοι κάνουν ζωή ολότελα διαφορετική απ΄αυτή που κάνουν κοπαδιαστά οι άλλοι άνθρωποι. Παθαίνουν δηλαδή όλοι, ό,τι παθαίνουν κι οι αλυσοδεμένοι της φανταστικής σπηλιάς του
Πλάτωνα με το δραπέτη: Οι φυλακισμένοι βλέπουν μόνο τη σκιά των πραγμάτων - ο δραπέτης γυρίζει στη σπηλιά, τους ανιστορεί πως είδε τ' αληθινά πράγματα και πως οι σύντροφοι του κάνουν μεγάλο λάθος να πιστεύουν πως δεν υπάρχει τίποτα, έξω απ' αυτές τις άθλιες σκιές. Έχοντας βάλει γνώση λυπάται τους συντρόφους του και καταριέται τη βλακεία τους που τους έχει ρίξει σε τόσο μεγάλη πλάνη. Με τη σειρά τους όμως οι φυλακισμένοι τον κοροϊδεύουν, τον λένε τρελό και τον διώχνουν. (σ.155).Έτσι κι ο πιο πολύς κόσμος παραδίνεται στα πιο υλικά πράγματα και νομίζει πως αυτά περίπου είναι τα μόνα που υπάρχουν. Αντίθετα, οι ευλαβικοί άνθρωποι αδιαφορούν για ό,τι αγγίζει από κοντά το κορμί, κι αφοσιώνονται ολόκληροι στη μελέτη των αόρατων πραγμάτων. Ο κοσμάκης δίνει την πρώτη θέση στα πλούτη κι αμέσως κατόπι στις σωματικές απολαύσεις, κι αφήνει τελευταία την ψυχή - άσε που οι πιο πολλοί μήτε πιστεύουν πως υπάρχει ψυχή, αφού τα μάτια δεν καταφέρνουν να την ξεχωρίσουν. Τ' ανάποδο, οι άλλοι, είναι ολάκεροι δοσμένοι στο Θεό, το πιο απλό απ' όλα τα όντα, κι ύστερα σ' εκείνο που είναι πιο κοντά του -δηλαδή την ψυχή τους. Το κορμί τους δεν το φροντίζουνε, περιφρονούν το χρήμα και το αποφεύγουν σαν την πανούκλα. Αν είναι αναγκασμένοι να διαχειριστούν λεφτά, το κάνουν με το στανιό και με σιχασιά "είναι δικά τους σα να μην τά' χουνε, κι έχουν χτήματα σα να μην είναι ιδιοχτήτες τους".

Πρέπει όμως να πούμε πως υπάρχουν διαφορές και διαβαθμίσεις σε κάθε περίπτωση. Όλες οι αισθήσεις είναι δεμένες με το κορμί, άλλες όμως είναι πιο σωματικές, όπως η αφή, η ακοή, η όραση, η όσφρηση, η γεύση κι άλλες πιο ανεξάρτητες απ' το κορμί: το μνημονικό, ο νους, η θέληση. Όπου γυμνάζεται η ψυχή, εκεί είναι και πιο δυνατή. Οι ευλαβικοί άνθρωποι βάζουν όλη τη δύναμη της ψυχής σ' εκείνα που είναι όσο γίνεται πιο μακριά από τις σωματικές αισθήσεις κι έτσι καταντούν να τις στομώσουν και να τις μουδιάσουν μέσα τους. Αντίθετα, οι κοινοί άνθρωποι, είναι πολύ δυνατοί σ' όσα έχουν σχέση με τις αισθήσεις και καθόλου στ' άλλα. Μπας και δεν ακούσαμε να το λένε πως άγιοι έτυχε να πιούνε λάδι για κρασί; Και πάλι, από τα ψυχικά πάθη, ορισμένα έχουν πιο στενή σχέση με το κορμί: ο σαρκικός πόθος, η όρεξη να φας και να κοιμηθείς, ο θυμός, η αλαζονεία, ο φθόνος. Οι ευλαβικοί κάνουν σ' αυτά τα πάθη αμείλιχτο πόλεμο αντίθετα, οι κοινοί άνθρωποι πιστεύουν πως δίχως αυτά δεν θα μπορούσαν να ζήσουν. Είναι τέλος και πάθη ενδιάμεσα και κάπως φυσικά: η αγάπη για την πατρίδα, η στοργή για τα παιδιά σου, τους γονείς σου, τους φίλους σου. Ο κοινός άνθρωπος πολύ τα λογαριάζει αυτά. Μα οι ευλαβικοί πολεμούνε πως και πως να τα ξεριζώσουν από την καρδιά τους ή να τ' ανεβάσουν ως την κορφή της ψυχής τους τουλάχιστο. Τότε όμως αγαπούν τον πατέρα τους, όχι σαν πατέρα -γιατί δεν έσπειρε παρά το κορμί τους, που κι αυτό ακόμα έχει αληθινό πατέρα το Θεό- αλλά σαν ένα καλόν άνθρωπο, που λάμπει μέσα του η εικόνα εκείνου του ανώτατου Νου που γι΄ αυτούς είναι το υπέρτατο Αγαθό. Έξω από τούτο, σου λένε, δεν πρέπει μήτε ν' αγαπάς, μήτε να ποθείς τίποτ' άλλο. Πάνω σ' αυτό το μέτρο κανονίζουν όλα τα καθήκοντα της ζωής. Έτσι, τον ορατό κόσμο τον λογαριάζουν για πέταμα, ή τουλάχιστο για πολύ κατώτερο από τον άλλο, που δεν μπορούν να δούνε. Ακόμα και στα μυστήρια, λένε, ακόμα και στις λατρευτικές τελετές, βρίσκουμε το πνεύμα και το σώμα. Στη νηστεία λόγου χάρη, σπουδαία τα λάχανα, σου λένε, αν καταργήσεις μόνο το κρέας και το δείπνο -όσα είναι δηλαδή για τον κοσμάκη όλη κι όλη η νηστεία. Περιμάζεψε κομμάτι και τα πάθη σου λένε, μην αφήνεις να σε κυριεύει τόσο πολύ ο θυμός και η αλαζονεία, έτσι που το πνεύμα ξαλαφρωμένο από το βάρος του κορμιού ν' ανυψωθεί και να ποθήσει τα ουράνια αγαθά, τη γεύση τους και την απόλαυσή τους.Τα ίδια και για τη λειτουργία. Βέβαια, λένε, ας μην περιφρονούμε το τελετουργικό αλλά τα εξωτερικά της τελετής, μόνα τους δεν κάνουν και πολλά πράματα, μπορεί μάλιστα και να βλάφτουν, αν λείπει από μέσα τους το πνευματικό στοιχείο, αυτό ακριβώς που εικονίζουν τα ορατά σημεία. Η λειτουργία παρασταίνει το θάνατο του Χριστού, που οι πιστοί πρέπει να τον ξαναπεράσουν μέσα τους, δαμάζοντας, πνίγοντας και θάβοντας, σαν να λέμε, τα σαρκικά πάθη, για να αναστηθούν σε μια καινούργια ζωή, και να γίνουν ένα σώμα πια με το Χριστό, ένα όλοι τους μαζί. Αυτά σκέφτεται, αυτά κάνει ο ευλαβικός άνθρωπος. Ο κοσμάκης αντίθετα, νομίζει πως όταν στριμώχνεται μπρος στο ιερό, κι όσο πιο κολλητά μπορεί πάνω κι ακούει το βουητό από τις ψαλμωδίες και βλέπει τίποτα τελετές, αυτό είναι η λειτουργία!Τα λίγα τούτα τα είπα σαν παράδειγμα. Μα η ζωή ολόκληρη του ευλαβικού ανθρώπου είναι μια φυγή από το κορμί και τις αισθήσεις κι ένα φτερούγισμα για τ' απάνω, στα αιώνια, στ' αόρατα, στα πνευματικά. Κι είναι τόσο τεράστια η διαφορά που χωρίζει σ' όλα τους ευλαβικούς απ΄τους κοινούς ανθρώπους, ώστε πολύ φυσικά οι απ' εδώ νομίζουν τους απ' εκεί τρελούς κι αντίστροφα.Για τη δική μου γνώμη πάντως, η λέξη τρελός ταιριάζει πιο σωστά στους ευλαβικούς παρά στους άλλους.


Αυτό θα το καταλάβετε ακόμα πιο καλά
Όταν, όπως υποσχέθηκα, σας αποδείξω με λίγα λόγια πως το Υπέρτατο Αγαθό που περιμένουν οι ευλαβικοί δεν είναι παρά ένα είδος τρέλας. Σκεφτείτε πως κι ο Πλάτωνας ονειρεύτηκε το ίδιο, όταν έγραφε πως η μανία των εραστών είναι η πιο γλυκειά απ' όλες. Κι αλήθεια, όποιος αγαπά με πάθος δε ζει πια μέσα του, ζει ολόκληρος μέσα σ' εκείνο που αγαπάει. Όσο πιο πολύ βγαίνει από τον εαυτό του, τόσο και λιώνει μέσα στο αντικείμενο του έρωτά του, τόσο πιο γεμάτα νιώθει την ευτυχία. Έτσι όταν η ψυχή γυρεύει να φύγει απ' το κορμί και δεν ξέρει πως να μεταχειριστεί σωστά τα όργανά του, με το δίκιο σου λες εσύ πως αυτό είναι τρέλα. Διαφορετικά, τι σημαίνουν αυτές οι φράσεις που τις βρίσκεις σ' όλα τα στόματα: "Βγήκε απ' τα ρούχα του... Έλα στον εαυτό σου... Ήρθε στα συγκαλά του"; Όσο πιο τέλειος είναι ο έρωτας, τόσο πιο μεγάλη κι η μανία του και πιο γλυκειά. Ποιά θα είναι, λοιπόν, αυτή η ουράνια ζωή που την ποθούν με τόσο πάθος οι ευλαβικές ψυχές; Να σας πω: Το πνεύμα, σα νικητής και πιο δυνατός, ρουφάει το κορμί και το ρουφάει ακόμα πιο εύκολα, γιατί σ' όλη του τη ζωή το αποκαθάριζε και το αποστέγνωνε με σκοπό τούτη τη μεταμόρφωση. Το πνεύμα, με τη σειρά του, θαυμάσια θα ρουφηχτεί από τον υπέρτατο Νου, που άπειρα είναι όσα μπορεί να κάνει. Έτσι, μια και βρεθεί ολόκληρος ο άνθρωπος έξω από τον εαυτό του, θα ευτυχήσει, όχι από τίποτε άλλο, μα γιατί, έχοντας παρατήσει το κορμί του, μπορεί πια να υποταχθεί στην ανεκλάλητη εξουσία του υπέρτατου Αγαθού, που συναρπάζει τα πάντα. Τέτοια ευτυχία, βέβαια, δεν ολοκληρώνεται παρά από τη στιγμή που οι ψυχές θα ξαναβρούν τα πρώτα τους κορμιά και φτάσουν έτσι μαζί στην αιώνια ζωή. Αφού όμως η ζωή ολόκληρη των ευλαβικών ανθρώπων δεν είναι άλλο από μελέτη της αιώνιας ζωής, και σάμπως η σκιά της, τους τυχαίνει να γευτούν από πριν καμιά γουλιά ή να μυριστούν την ευωδιά της. Δεν είναι ίσως παρά μια τοσοδούτσικη σταγόνα πλάι στην αστείρευτη βρύση της αιώνιας ευτυχίας, κι όμως ξεπερνάει όλες τις ηδονές της γης, ακόμη κι αν μαζεύονταν σε μια μόνο. Τόσο πολύ ξεπερνούν οι πνευματικές ηδονές τις ηδονές της σάρκας κι οι αόρατες τις ορατές! Αυτό δε μας έταξε κι ο προφήτης: "Μήτε είδε το μάτι, μήτε άκουσε τ' αυτί, μήτε η καρδιά του ανθρώπου ένιωσε ποτέ αυτό που ετοίμασε ο Θεός για όσους τον αγαπούνε". Κι αυτό είναι ίσα-ίσα το είδος της τρέλας που με το πέρασμα από τούτη τη ζωή στην άλλη δε σταματά καθόλου, μόνο γίνεται πιο τέλεια.

Όσοι είχαν το προνόμιο
-Mα είναι πάρα πολύ λίγοι- να το αισθανθούν αυτό, παθαίνουν κάτι που μοιάζει με παραφροσύνη: λένε ασυναρτησίες, κουβέντες άλλου κόσμου, βγάζουν φωνές που δεν έχουν νόημα, το πρόσωπο τους αλλάζει έκφραση από στιγμή σε στιγμή. Πότε χαρούμενοι, πότε λυπημένοι, γελάνε, κλαίνε, αναστενάζουν· κοντολογίς είναι στ' αλήθεια έξω από τον εαυτό τους. Όταν συνέρθουν, λένε πως δεν ξέρουν που ήτανε: μέσα στο κορμί τους ή έξω απ' το κορμί τους, ξυπνητοί για κοιμισμένοι; Τι άκουσαν, τι είδαν, τι είπαν, τι κάνανε; δεν θυμούνται , κάτι μόνο σα μέσα σε σύννεφο ή όνειρο. Ένα ξέρουν καλά: πως ήταν πολύ ευτυχισμένοι όσο βαστούσε η τρέλα τους. Χτυπιούνται που ξαναβρέθηκαν στα συγκαλά τους, και δεν ονειρεύονται παρά πως να γίνουν ισόβια τρελοί με τέτοια τρέλα. Και πάλι δεν είχαν γευτεί παρά ένα μεζεδάκι από τη μελλούμενη ευτυχία. Μα ξεχάστηκα τόση ώρα, ξεπέρασα τα όρια! Ε λοιπόν, αν νομίζετε πως το παράκανα στην αυθάδεια και στην πολυλολογία, να σκεφτείτε πως σας μίλησα σαν τρελή και σα γυναίκα Θυμηθείτε, ωστόσο την ελληνική παροιμία: "Συχνά κι ο τρελός ακόμη μιλάει σωστά", ή μπας και θαρρείτε πως η παροιμία αυτή δεν πάει καθόλου στις γυναίκες; Βλέπω πω περιμένετε κι επίλογο Μα είστε ντιπ τρελοί αν νομίζετε πως θυμάμαι τι είπα, ύστερα από τέτοια λογοδιάρροια; Να μια παλιά παροιμία: "Μισώ το σύντροφο στο κρασί που θυμάται", να μια καινούργια: "Μισώ τον ακροατή που δεν ξεχνάει". Και τώρα γεια σας! Χειροκροτήστε ζήστε και πίνετε, ξεφτέρια πια εσείς, μπασμένοι στα μυστήρια της Τρέλας!


Εκδόσεις Ηριδανός 1970.
"Ηχώ" - στίχοι από Βιργιλίου "Επιστολές".
"Ευθύδημος" - από Πλάτωνος "Πολιτεία" Σημείωση: Είναι φανερό απ' αυτά τα εδάφια πως ο Έρασμος καυτηριάζει όλες τις συνήθειες των ανθρώπων της εποχής του - και τον πλούτο, και την ευλάβεια, και την κολακεία, κάθε προσήλωση σε αγαθά (υλικά ή θρησκευτικά) - δίνοντας το προβάδισμα σ' εκείνα που όπως φαίνεται οι σύγχρονοί του δεν διέθεταν: τα πνευματικά - θεωρώντας τα ύψιστης αξίας και έχοντας ως μέτρο την αρχαία φιλοσοφική σκέψη και δη του αυτή του Πλάτωνα.
(2) Το «Βλακείας Εγκώμιον», σύμφωνα με μαρτυρία του Έρασμου το έγραψε μέσα σε μια εβδομάδα, όταν έμεινε στο σπίτι άρρωστος.