16.10.06

ΑΠΟ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ

Για λόγους (αν)ιστορικούς, αναδημοσιεύoυμε την πλαστή επιστολή που εμπνεύστηκαν οι χριστιανοί παπάδες για να αποδείξουν το αναπόδεικτο, δηλαδή εκείνο που κανείς απολύτως συγγραφεύς ή ιστορικός του πρώτου αιώνος δεν ανέφερε ποτέ.

ΙΣΤΟΡΙΚΗ (sic) ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΟΥΜΠΛΙΟΥ ΛΕΝΤΟΥΛΟΥ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ
Εισαγωγή του χριστιανού: «Επιστολή Πουλμπλίου Λεντούλου, Κυβερνήτη Ιουδαίας πριν από τον Πιλάτο, η οποία απευθύνεται προς τον Τιβέριο και παρακάτω είναι μεταφρασμένη από το λατινικό πρωτότυπο. Το πρωτότυπο βρίσκεται στην βιβλιοθήκη Cesarini στην Ρώμη».

(Ακολουθεί το κείμενο της υποτιθεμένης επιστολής)
Ήκουσα ω επιθυμείς να μάθης ότι σοι γράφω νυν περί ανθρώπου τινός λίαν ενάρετου καλουμένου ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ, όν ο λαός θεωρεί προφήτην και οι μαθηταί του Θεόν, λέγοντες ότι είναι Υιός Θεού, πλάστου των ουρανών και της γης και παντός ό,τι εν αύτη ευρίσκεται και υπάρχει. Τη αληθεία ω Καίσαρ, ακούονται καθ' εκάστην θαυμάσια πράγματα περί του Χριστού αυτού. Ανεγείρει νεκρούς και ιατρεύει ασθενείς δια μιας μόνης λέξεως. Είναι ανήρ αναστήματος μετρίου, καλός την όψιν και μεγαλοπρέπειαν περιβεβλημένος, ιδίως κατά το πρόσωπον, ώστε όσοι τον ατενίζουν αναγκάζονται να τον αγαπούν και να τον φοβώνται. Έχει την κόμην χρώματος καρύου ώριμου εξικνουμένην μέχρι των ώτων του, εκείθεν δε μέχρι των ωμοπλατών του καταντά γαιόχρους αλλά μάλλον στιλπνή, διχάζεται δ' αύτη εν τω μέσω άνωθεν κατά το σύστημα των Ναζαρηνών. Το μέτωπον του είναι λείον και γαλήνιον, το πρόσωπον του άνευ ρυτίδος ή κηλίδος, η ρίς και τα χείλη Του κανονικώτατα. Το γένειον του είναι πυκνόν και του αυτού χρώματος της κόμης, δεν είναι δε μακρόν και διχάζεται εν τω μέσω. Το βλέμμα Του είναι σοβαρόν και εμποιούν φόβον, έχει δε δύναμιν ακτίνος ηλιακής. Ουδείς δύναται να τον παρατηρήση ατενώς. Όταν επιτιμά, φοβίζει. Όταν δε πράττη τούτο κλαίει. Είναι αξιαγάπητος και χαριείς μετά σοβαρότητας. Λέγουσιν ότι ουδέποτε ώφθη γελών, αλλά πλειστάκις κλαίων. Έχει ωραίας τας χείρας και τους βραχίονας. Εν τη συνομιλία ευαρεστεί τους πάντας. Δυσκόλως όμως φαίνεται, όταν δε φανή που, είναι μετριόφρων και το ωραιότερον παράστημα του κόσμου. Είναι ωραίος ως την μητέρα του, ήτις έστιν η ωραιοτέρα γυνή, ήτις ποτέ εθεάθη εις τα μέρη ταύτα.
Εάν όμως η Ση μεγαλειότης, ω Καίσαρ ποθή να ιδή Αυτόν ως μοι έγραφες άλλοτε, πληροφόρησον με, διότι θα σοι τον στείλω πάραυτα. Πάντες εν Ιερουσαλήμ θαυμάζουσιν την σοφίαν του, και τι ουδέποτε εσπούδασε τι, και όμως είναι κάτοχος πάσης επιστήμης. Περιπατεί ανυπόδητος, και ασκεπής την κεφαλήν. Πολλοί βλέποντες αυτόν γελώσιν, αλλ' όταν ευρίσκονται προ αυτού τρέμουσι και θαυμάζουσιν αυτόν. Λέγουσιν ότι ουδέποτε άνθρωπος ως αυτός ενεφανίσθη εις τα μέρη ταύτα. Τη αληθεία ως μοι λέγουσιν οι Εβραίοι, ουδέποτε εδόθησαν συμβουλαί, ουδέποτε εκηρύχθη διδασκαλία ως η ιδική του, πολλοί δε των Ιουδαίων θεωρούσιν αυτόν Θεόν. Άλλοι πάλιν μοι λέγουν ότι είναι εχθρός της Σης Μεγαλειότητος ω Καίσαρ. Πολλαχώς με παρενοχλούσιν οι μοχθηροί αυτοί Εβραίοι. Λέγεται ότι αυτός ουδέποτε δυσαρέστησε τινά, αλλ' ότι μάλλον εποίησε το αγαθόν. Όλοι όσοι εγνώρισαν αυτόν λέγουσιν ότι ευηργετήθησαν παρ' αυτού. Όμως εις την σην Μεγαλειότητα, ω Καίσαρ, εις την προς σε υπακοήν, ειμί πρόθυμος. Ό,τι διατάξεις θέλει εκτελεσθή.
Εν Ιερουσαλήμ Ινδικτίωνος ζ', Σελήνης ια' Της Σης Μεγαλειότητος πιστότατος και ευπειθέστατος.
ΠΟΥΜΠΛΙΟΣ ΛΕΝΤΟΥΛΟΣ
Κυβερνήτης της Ιουδαίας

ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΚΑΘΟΛΙΚΗΣ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑΣ
Publius Lentulus is a fictitious person, said to have been Governor of Judea before Pontius, and to have written the following letter to the Roman Senate: «Lentulus, the Governor of the Jerusalemites to the Roman Senate and People, greetings. There has appeared in our times, and there still lives, a man of great power (virtue), called Jesus Christ. The people call him prophet of truth; his disciples, son of God. He raises the dead, and heals infirmities. He is a man of medium size (statura procerus, mediocris et spectabilis); he has a venerable aspect, and his beholders can both fear and love him. His hair is of the colour of the ripe hazel-nut, straight down to the ears, but below the ears wavy and curled, with a bluish and bright reflection, flowing over his shoulders. It is parted in two on the top of the head, after the pattern of the Nazarenes. His brow is smooth and vary cheerful with a face without wrinkle or spot, embellished by a slightly reddish complexion. His nose and mouth are faultless. His beard is abundant, of the colour of his hair, not long, but divided at the chin. His aspect is simple and mature, his eyes are changeable and bright. He is terrible in his reprimands, sweet and amiable in his admonitions, cheerful without loss of gravity. He was never known to laugh, but often to weep. His stature is straight, his hands and arms beautiful to behold. His conversation is grave, infrequent, and modest. He is the most beautiful among the children of men».
Different manuscripts vary from the foregoing text in several details: Dobschutz («Christusbilder», Leipzig, 1899) enumerates the manuscripts and gives an «apparatus criticus» . The letter was first printed in the «Life of Christ» by Ludolph the Carthusian (Cologne, 1474), and in the «Introduction to the works of St. Anselm» (Nuremberg, 1491). But it is neither the work of St. Anselm nor of Ludolph. According to the manuscript of Jena, a certain Giacomo Colonna found the letter in 1421 in an ancient Roman document sent to Rome from Constantinople. It must be of Greek origin, and translated into Latin during the thirteenth or fourteenth century, though it received its present form at the hands of humanist of the fifteenth or sixteenth century. The description agrees with the so-called Abgar picture of our Lord; it also agrees with the portrait of Jesus Christ drawn by Nicephorus, St. John Damascene, and the Book of Painters (of Mt. Athos). Munter («Die Sinnbilder und Kunstvorstellungen der alten Christen», Altona 1825, p. 9) believes he can trace the letter down to the time of Diocletian; but this is not generally admitted. The letter of Lentulus is certainly apocryphal: there never was a Governor of Jerusalem; no Procurator of Judea is known to have been called Lentulus, a Roman governor would not have addressed the Senate, but the emperor, a Roman writer would not have employed the expressions, «prophet of truth», «sons of men», «Jesus Christ». The former two are Hebrew idioms, the third is taken from the New Testament. The letter, therefore, shows us a description of our Lord such as Christian piety conceived him


ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΤΗΣ ΕΓΚΥΚΛΟΠΑΙΔΕΙΑΣ WIKIPEDIA
Publius Lentulus is a fictitious person, said to have been Governor of Judea before Pontius, and to have written the a letter to the Roman Senate, concerning Jesus.
The letter of Lentulus is certainly apocryphal: there never was a Governor of Jerusalem; no Procurator of Judea is known to have been called Lentulus, a Roman governor would not have addressed the Senate in the way represented, but the emperor; a Roman writer would not have employed the expressions, «prophet of truth», «sons of men», «Jesus Christ». The former two are Hebrew idioms, the third is taken from the New Testament. The letter, therefore, shows us a description of our Lord such as Christian piety conceived him.
The purported letter reads, in translation:
«Lentulus, the Governor of the Jerusalemites to the Roman Senate and People, greetings. There has appeared in our times, and there still lives, a man of great power (virtue), called Jesus Christ. The people call him prophet of truth; his disciples, son of God. He raises the dead, and heals infirmities. He is a man of medium size (statura procerus, mediocris et spectabilis); he has a venerable aspect, and his beholders can both fear and love him. His hair is of the colour of the ripe hazel-nut, straight down to the ears, but below the ears wavy and curled, with a bluish and bright reflection, flowing over his shoulders. It is parted in two on the top of the head, after the pattern of the Nazarenes. His brow is smooth and vary cheerful with a face without wrinkle or spot, embellished by a slightly reddish complexion. His nose and mouth are faultless. His beard is abundant, of the colour of his hair, not long, but divided at the chin. His aspect is simple and mature, his eyes are changeable and bright. He is terrible in his reprimands, sweet and amiable in his admonitions, cheerful without loss of gravity. He was never known to laugh, but often to weep. His stature is straight, his hands and arms beautiful to behold. His conversation is grave, infrequent, and modest. He is the most beautiful among the children of men».
Different manuscripts vary from the foregoing text in several details: Ernst von Dobschűtz («Christusbilder», Leipzig, 1899) enumerates the manuscripts and gives an «apparatus criticus».
The letter was first printed in the «Life of Christ» by Ludolph the Carthusian (Cologne, 1474), and in the «Introduction to the works of St. Anselm» (Nuremberg, 1491). But it is neither the work of St. Anselm nor of Ludolph. According to the manuscript of Jena, a certain Giacomo Colonna found the letter in 1421 in an ancient Roman document sent to Rome from Constantinople. It must be of Greek origin, and translated into Latin during the thirteenth or fourteenth century, though it received its present form at the hands of a humanist of the fifteenth or sixteenth century.
The description agrees with the so-called Abgar picture of our Lord; it also agrees with the portrait of Jesus Christ drawn by Nicephorus, St. John Damascene, and the Book of Painters (of Mt. Athos). Munter («Die Sinnbilder und Kunstvorstellungen der alten Christen», Altona 1825, p. 9) believes he can trace the letter down to the time of Diocletian; but this is not generally admitted.
This article incorporates text from the public-domain Catholic Encyclopedia.


ΑΠΟ ΤΗΝ ΙΣΤΟΣΕΛΙΔΑ ΕΘΝΙΚΟΥ ΤΙΝΟΣ ΚΑΛΟΥΜΕΝΟΥ ΥΠΕΡΙΩΝΟΣ
Έμεινα έκπληκτος από το γεγονός ότι αρκετοί θεωρείτε τον λεγόμενο Χριστό σαν ιστορικά υπαρκτό πρόσωπο.
Αδιανόητο. Θα καταλάβαινα να ασχολείσθε με την άλφα ή βήτα θέση της Χριστιανικής Κοσμοθεωρίας, αλλά να ασχολείσθε και με τον λεγόμενο Χριστό; Έτσι, λοιπόν αποφάσισα να σας αναφέρω ιστορικά στοιχεία (βεβαίως εν συντομία) σχετικά με το θέμα που σας ενδιαφέρει.
- Επειδή έχω βαρεθεί να ακούω συζητήσεις επί συζητήσεων, να διαβάζω κείμενα επί κειμένων για το «αν ο Χριστός ήταν ή όχι Έλληνας», «τι γνώμη είχε ο Χριστός για τους Έλληνες», «ποια η παιδική ζωή του Χριστού», «τα είχε ή όχι ο Χριστός με την Μαγδαληνή»; κοκ.
- Επειδή, σε λίγο κάποιοι θα αναρωτιούνται για το «τι είδους ρούχα φορούσε ο Χριστός», «τι φαγητά του άρεζαν» και «με ποιον τρόπο μετακινείτο από πόλη σε πόλη ο Χριστός»; Με τα πόδια, με γαϊδουράκι, με διαστημικό όχημα ή μήπως «έμπαινε» στο αιθερικό πεδίο και πεταγόταν μέχρι την Ινδία για πρωινό καφέ κι επέστρεφε στην Παλαιστίνη για μεσημεριανό;
- Επειδή, τέλος, στον Γολγοθά δεν σταυρώθηκε κάποιος θεός, αλλά η Λογική: «Ο Ένας και Μοναδικός Θεός (πατέρας) έστειλε τον Ένα και Μοναδικό Θεό (υιό) να σταυρωθεί για ηθική αυτουργία του Ενός και Μοναδικού Θεού (πατέρα) στην διάπραξη αμαρτημάτων».
Αποφάσισα να ασχοληθώ με την ιστορική ύπαρξη του προσώπου που ονομάζουμε σήμερα «Ιησού Χριστό», καθώς η οποιαδήποτε έρευνα για τον λεγόμενο Χριστό έχει κάποιο νόημα, εφόσον αφορά την ιστορική του ύπαρξη ή όχι. Και αυτό επειδή η ίδια η Εκκλησία δίνει βαρύτητα στο θέμα. Αν δεν έδινε δεν θα είχε κάποιο νόημα ούτε αυτού του είδους η έρευνα.
Προσωπικά, ως Έλλην Εθνικός δεν χρειάζεται να προσπαθήσω ιδιαιτέρως για να κατανοήσω ότι όλοι οι θεοί, Έλληνες και αλλογενείς, δεν υπήρξαν ποτέ άνθρωποι ή καλύτερα - με δεδομένη τη μακροχρόνια πορεία θέωσης - αν υπήρξαν άνθρωποι, δεν υπήρξαν στην σύγχρονη (τελευταία) ανθρώπινη εποχή.
Η Ιστορία, βεβαίως, έχει απαντήσει σ' αυτό το ερώτημα εδώ κι αρκετά χρόνια με τρόπο κατηγορηματικό: Πρόσωπο με το όνομα Ιησούς Χριστός ή Ιησούς Ναζωραίος ή ..... ή ..... ή ..... ΙΣΤΟΡΙΚΑ ΔΕΝ ΥΠΗΡΞΕ.
Ας εξετάσουμε, εν συντομία, τις αποδείξεις του παραπάνω κατηγορηματικού συμπεράσματος, σύμφωνα με τις αρχές που ακολουθεί η Ιστορία ως επιστήμη:
1. Πηγή σύγχρονη.
2. Πηγή αυτόπτης.
3. Πηγή ανεξάρτητη.
Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι αναζητείται η ιστορική ύπαρξη του προσώπου με το προσωνύμιο «Χριστός» και όχι η ιστορική ύπαρξη των οπαδών αυτού, δηλαδή των Χριστιανών.
Κατά την εποχή που λέγεται ότι έδρασε ο λεγόμενος Χριστός υπήρχε μια μεγάλη ομάδα γνωστών κι αξιόλογων ιστορικών (42) που τα έργα τους γεμίζουν αρκετές βιβλιοθήκες (παραθέτω τα ονόματά τους στα αγγλικά, καθώς η βιβλιογραφία μου είναι στα αγγλικά):
1. Apollonius
2. Appian
3. Appion of Alexandria
4. Arrian
5. Aulus Gellius
6. Columella
7. Damis
8. Dio Chrysostome
9. Dion Pruseus
10. Epictetus
11. Favorinus
12. Florus Lucius
13. Hermogones
14. Josephus
15. Justus of Tiberius
16. Juvenal
17. Lucanus
18. Lucian
19. Lysias
20. Martial
21. Paterculus
22. Pausanias
23. Persius
24. Petronius
25. Phaedrus
26. Philo-Judζus
27. Phlegon
28. Pliny Elder
29. Pliny Younger
30. Plutarch
31. Pomponius Mela
32. Ptolemy
33. Quintilian
34. Quintius Curtius
35. Seneca
36. Silius Italicus
37. Statius
38. Suetonius
39. Tacitus
40. Theon of Smyrna
41.Valerius Flaccus
42.Valerius Maximus

Αναφορά στον λεγόμενο Χριστό βρίσκουμε μόνον σε τρεις από τους παραπάνω ιστορικούς και ιδιαιτέρως περιορισμένη. Επιπλέον, αυτές τις τρεις αναφορές, δύο είναι πλαστές και μία δεν αναφέρεται σ' αυτόν.

Αναλυτικά:
Φλάβιος Ιώσηπος
Ο εβραίος ιστορικός Φλάβιος Ιώσηπος (Josephus) έζησε από το 38 - 107 μαχχ (μετά την απαρχή της χριστιανικής χρονολόγησης) κι έγραψε δύο σημαντικά έργα: «Περί του Ιουδαϊκού πολέμου» και «Ιουδαϊκή Αρχαιότητα». Στο δεύτερο έργο του, (βιβλίο 18, κεφ. 3), ο Ιησούς αναφέρεται σε μία μόνο παράγραφο ως εξής:
«Περίπου εκείνη την εποχή ζούσε ο Ιησούς, ένας σοφός άνθρωπος, αν κάποιος μπορεί να τον πει άνθρωπο, καθώς είχε πετύχει θαυμαστά κατορθώματα και ήταν ο δάσκαλος πολλών ανθρώπων που διψούσαν για καινοτομίες. Πήρε με το μέρος του πολλούς από τους Εβραίους, αλλά και πολλούς από τους Έλληνες. Ήταν ο Μεσσίας. Όταν ο Πιλάτος τον καταδίκασε στον σταυρό, μετά από κατηγορία των αρχών μας (των Ιουδαίων), αυτοί που τον αγάπησαν από την αρχή δεν σταμάτησαν να είναι προσκολλημένοι σ' αυτόν. Την τρίτη ημέρα εμφανίσθηκε σ' αυτούς επανερχόμενος στη ζωή, καθώς οι ιερές προφητείες είχαν προείπει γι' αυτόν και για μυριάδες άλλα θαυμαστά πράγματα που αφορούσαν αυτόν. Και η φυλή (ομάδα) των Χριστιανών, όπως ονομάσθηκαν μετά απ' αυτόν, δεν έχει εξαφανισθεί μέχρι σήμερα».
Ωστόσο, η παραπάνω παράγραφος θεωρείται ως μεταγενενέστερη προσθήκη που έγινε κατά την αντιγραφή του έργου του, επειδή:
1. Η παραπάνω παράγραφος είναι άγνωστη (δεν αναφέρεται) από κανέναν χριστιανό απολογητή του 2ου αιώνα μαχχ (Τερτυλλιανός, Ωριγένη, Ιουστίνος), ενώ αναφέρεται για πρώτη φορά από τον χριστιανό απολογητή, πατέρα της εκκλησιαστικής ιστορίας, Ευσέβιο Καισαρείας τον 3ο αιώνα μαχχ. Έτσι, η «παρεμβολή» αυτής της παραγράφου τοποθετείται μεταξύ 2ου - 3ου αιώνα μαχχ.
2. Ο χριστιανός απολογητής Ωριγένης αναφέρει ότι ο Φλάβιος Ιώσηπος ΔΕΝ αναγνώριζε τον Ιησού σαν Μεσσία, αν και στην εξεταζόμενη παράγραφο υπάρχει η φράση «Ήταν ο Μεσσίας» («Κατά Κέλσου», Ι,47)
3. Ο Ιώσηπος ήταν περιγραφικότατος για τις υπόλοιπες και μάλιστα ασήμαντες προσωπικότητες της εποχής που περιγράφει στο έργο του και για τον λεγόμενο Ιησού αφιερώνει μία μόνον παράγραφο.
4. Ο Ιώσηπος ήταν φαρισαίος. Ένας φαρισαίος δεν ήταν δυνατόν να αναγνωρίσει σ' έναν άνθρωπο, που καταδικάσθηκε για παράβαση του Μωσαϊκού Νόμου, τον Μεσσία.
5. Η θέση της παραγράφου στο κείμενο δεν είναι σίγουρη. Ο Ευσέβιος Καισαρείας («Εκκλησιαστική Ιστορία», ΙΙ, vi) την τοποθετεί πριν τις σημειώσεις του Ιώσηπου που αφορούν τον Πόντιο Πιλάτο, ενώ σήμερα αυτή η παράγραφος είναι μετά απ' αυτές τις σημειώσεις.
Μία δεύτερη παράγραφος (και τελευταία) που υπάρχει στο ίδιο έργο του Ιώσηπου και μπορεί να σχετίζεται με το θέμα, (βιβλίο 20, κεφ. είναι:
«..... έτσι αυτός (ο Άννας, γιος του Άννα του ανώτατου ιερέα) κάλεσε το δικαστήριο των Σανχεντρίν και έφερε ενώπιον του τον αδελφό του Ιησού, που λεγόταν Χριστός και του οποίου το όνομα ήταν Ιάκωβος και μερικούς άλλους (ή κάποιους από τους συντρόφους του) και όταν κατασκεύασε κάποια κατηγορία εναντίον τους, του παρέδωσε προς λιθοβολισμό».
Και αυτή η παράγραφος θεωρείται ως μεταγενέστερη προσθήκη - αλλά πολύ πιο πριν από την πρώτη παράγραφο, καθώς σ' αυτήν αναφέρεται ο Ωριγένης, ενώ στην πρώτη και σημαντικότερη όχι - επειδή:
1. Δεν αναφέρονται τα ονόματα των υπολοίπων που υποτίθεται εμφανίσθηκαν στο δικαστήριο (θυμηθείτε ότι ο Ιώσηπος είναι λεπτομερέστατος στο έργο του). Γενικά η παράγραφος δείχνει να είναι «γραμμένη στο πόδι και φευγαλέα».
2. Από μόνη της, η παράγραφος δεν στέκεται, καθώς η ιστορική αναφορά σ' ένα σημαντικό πρόσωπο είναι πάντοτε ευθεία κι όχι έμμεση. Φαντασθείτε για παράδειγμα, ένας ιστορικός να έκανε αναφορά όχι άμεσα στον Ναπολέοντα, αλλά έμμεσα μέσω της Ιωσηφίνας. Έτσι, η απόρριψη της πρώτης παραγράφου, οδηγεί αναγκαστικά και στην απόρριψη αυτής.
Κορνήλιος Τάκιτος
Η επόμενη αναφορά γίνεται στα «Χρονικά» (15.44) του Ρωμαίου ιστορικού Κορνήλιου Τάκιτου (55-120 μαχχ):
«..... το όνομά τους (των χριστιανών) προέκυψε από τον Χριστό, ο οποίος επί βασιλείας Τιβέριου, θανατώθηκε με καταδικαστική απόφαση του Έπαρχου Πόντιου Πιλάτου».
Ο Τάκιτος συνέγραφε τα χρονικά του ανατρέχοντας στα ρωμαϊκά αρχεία. Έτσι, αυτή η παράγραφος θεωρείται ως μεταγενέστερη προσθήκη, επειδή:
1. Στα ρωμαϊκά αρχεία, αν αναφερόταν ο λεγόμενος Χριστός, αποκλείεται να αναφερόταν σαν Χριστός, τίτλο που του έδωσαν οι οπαδοί του, αλλά θα αναφερόταν με το όνομά του.
2. Επίσης στα ρωμαϊκά αρχεία, ο Πόντιος Πιλάτος θα εμφανιζόταν με το αξίωμα που πράγματι είχε «Νομάρχης» και όχι μ' ένα αξίωμα που δεν είχε «Έπαρχος».
Σουιτώνιους
Τρίτη και τελευταία αξιόλογη αναφορά ανευρίσκεται στον Σουιτώνιο στο έργο «Οι ζωές των Καισάρων», στο βιβλίο «Κλαύδιος» (5.25.4):
«Από τη στιγμή που οι Εβραίοι, σε σταθερή βάση, δημιουργούσαν ταραχές προκαλούμενος από τον Χρήστο (ο Κλαύδιος το 49 μαχχ) τους έδιωξε από την Ρώμη».
Η παράγραφος αυτή είναι γνήσια, αλλά δεν επιβεβαιώνει την ύπαρξη του λεγόμενου Χριστού, επειδή:
1. Ο Σουιτώνιος αναφέρεται σε κάποιον Χρήστο και όχι Χριστό, υπονοώντας ότι υπήρχε κάποιος ονόματι Χρήστος που ξεσήκωνε τους Εβραίους στη Ρώμη.
2. Αν και ο Σουιτώνιος αναφέρεται σε Εβραίους, ωστόσο ακόμα και να αναφέρεται στους Χριστιανούς της Ρώμης, αυτό δεν αποτελεί απόδειξη της ύπαρξης του λεγόμενου Χριστού. Γνωρίζουμε ότι υπήρχαν χριστιανοί στη Ρώμη.
Οι υπόλοιπες αναφορές, που ακολουθούν, δεν θεωρούνται αξιόλογες, ωστόσο τις αναφέρω προς ενημέρωση:
1. Thallus. Ο Thallus, ένας απελεύθερος Σαμαρείτης επί Αυτοκράτορος Τιβέριου έγραψε την Ιστορία της Ελλάδος και της Ασίας περί το 52 μαχχ. Σ' αυτό το έργο του αναφέρει και μια έκλειψη ηλίου. Το έργο του δεν έχει διασωθεί. Το 221 μαχχ, ένας Χριστιανός συγγραφέας, ο Sextus Julius Africanus έγραψε ότι «ο Thallus στο τρίτο του βιβλίο εξήγησε το σκοτάδι (μετά την σταύρωση του Ιησού) σαν μια έκλειψη ηλίου». Δεν αναφέρει το όνομα του λεγόμενου Ιησού και ταυτόχρονα δεν είναι ούτε σύγχρονη, ούτε αυτόπτης, ούτε ανεξάρτητη πηγή.
2. Μία Σύρια, η Mara Bar - Serapion, έγραψε περίπου το 73 μαχχ: «Τι κέρδισαν οι Εβραίοι σταυρώνοντας τον σοφό βασιλιά τους; ... Έζησε σύμφωνα με την διδασκαλία του». Δεν αναφέρει το όνομα του λεγόμενου Ιησού και ταυτόχρονα δεν είναι ούτε σύγχρονη, ούτε αυτόπτης πηγή.
3. Ο Gaius Plinius Caecilius Secundus (Pliny the Younger) έγραψε το 112 μαχχ, ότι οι Χριστιανοί τραγουδούσαν «έναν ύμνο στο Χριστό σαν σε θεό». Δεν είναι ούτε σύγχρονη, ούτε αυτόπτης πηγή.
4. Ο Lucian έγραψε το 175 μαχχ για «τον άνδρα που σταυρώθηκε στην Παλαιστίνη, επειδή παρουσίασε μια νέα λατρεία στον κόσμο». Δεν αναφέρει το όνομα του λεγόμενου Ιησού και ταυτόχρονα δεν είναι ούτε σύγχρονη, ούτε αυτόπτης πηγή
5. Ταλμούδ. Πέρα από το γεγονός ότι τόσο το Παλαιστινιακό, όσο και το Βαβυλωνιακό Ταλμούδ άρχισαν να γράφονται μετά τον 2ο αιώνα μαχχ και ολοκληρώθηκαν μέχρι τον 6ο αιώνα μαχχ, τα ονόματα Jeshu, που βρίσκουμε σ' αυτά αναφέρονται ως Ben Pandera και Ben Stada και αντιστοιχούν στον Janneus, τον Σαδδουκαίο βασιλιά της Ιουδαίας, που βασίλευσε μεταξύ 106 - 79 παχχ και στον Simeon ben Shetach, που έζησε το 90 παχχ. Τα Ταλμούδ δεν είναι ούτε σύγχρονη, ούτε αυτόπτης πηγή και ελάχιστη σχέση μπορεί να έχουν με τον υποτιθέμενο Χριστό (πάντως η αγωνία των Χριστιανών να αποδείξουν την ύπαρξη του λεγόμενου Χριστού είναι αξιοσημείωτη, καθώς καταφεύγουν ακόμα και σε γραπτά των «αγαπημένων» τους Εβραίων).
Τέλος, στην Ιστορία αναφέρεται και αριθμός φανταστικών αποδείξεων της ύπαρξης του λεγόμενου Χριστού με προεξέχουσα αυτήν του Publius Lentulus. Πρόκειται για τον σικέ διοικητή της Ιουδαίας προ Πόντιου Πιλάτου, ο οποίος σε επιστολή στην Σύγκλητο περιέγραφε ακόμα και τα σωματικά χαρακτηριστικά του λεγόμενου Χριστού! Μία «απόδειξη» που κατάφερε να βγάλει «έξω από τα ρούχα της» ακόμα και την Καθολική Εκκλησία! Έτσι, και το σχετικό «κράξιμο» στην Καθολική Εγκυκλοπαίδεια (http://www.newadvent.org/cathen/09154a.htm):
«Ο Πούμπλιος Λέντουλος είναι ένα φανταστικό πρόσωπο, που λέγεται ότι υπήρξε κυβερνήτης της Ιουδαίας πριν από τον Πόντιο, και ότι είχε απευθύνει την ακόλουθη επιστολή στην ρωμαϊκή Σύγκλητο...»

Υπερίων