27.9.06

ΠΑΡΑΔΟΣΗ - Ελευσίνα

Ελευσίνα

Κατά τις αρχαίες μυθικές παραδόσεις, πρώτος που συνοίκισε την περιοχή ήταν ο Κρόκων, που πήρε σύζυγο τη θυγατέρα του Κελεού Σαισάρα. Από αυτόν ονομαζόταν "βασίλεια του Κρόκωνος" τα ερείπια παλαιότατων ανακτόρων στην Ιερά Οδό. Υπήρχε επίσης παράδοση ότι επώνυμος της πόλης ήταν ο ήρωας Ελευσίς, γιος του Ερμή ή του Ωγύγη. Ο Κελεός αναφέρεται σαν γιος του Ελευσίνα. Σύζυγός του ήταν η Μετάνειρα και θυγατέρες του η Διογένεια, η Παμμερόπη και η Σαισάρα.
Αυτές δέχθηκαν την θεά όταν μάταια αναζητούσε την Περσεφόνη. Για ανταμοιβή, η θεά δίδαξε στον μεγάλο γιο του Κελεού Τριπτόλεμο τη σπορά και την καλλιέργεια των αγρών και τις μυστικές τελετές, που καθιστούν τον άνθρωπο μακάριο στην επίγεια και την μετά θάνατον ζωή. Άλλες παραδόσεις αναφέρουν ότι όταν βασίλευε ο Κελεός, εισέβαλε ξένος στρατός υπό τον Εύμολπο από την Θράκη, που θεωρείται γιος του Ποσειδώνα και της Χιόνης ή κατά μια άλλη εκδοχή υπό τον γιο του Εύμολπου Ίσμαρο ή Ιμμάρδο. Ο Ιμμάρδος σκοτώθηκε σε μονομαχία με τον Ερεχθέα.
Η αλήθεια που περιέχεται στην παράδοση είναι ότι πράγματι Βοιωτοί, μεταξύ των οποίων πιθανότατα και λείψανα Θρακικών φύλων, που είχαν εγκατασταθεί σε πανάρχαια χρόνια στη Φωκίδα και τη Βοιωτία, βοήθησαν τους Ελευσίνιους στον πόλεμο κατά των Αθηναίων. Ο αγώνας υπήρξε σκληρός και τελικά οι Ελευσίνιοι νικήθηκαν. Αλλά και νικημένοι δεν παραδόθηκαν άνευ όρων. Κατά την παράδοση πάντοτε, ζήτησαν και επέτυχαν προνόμια, όπως την καθιέρωση του τίτλου της πόλης και την κοπή δικού τους νομίσματος και ακόμη το αποκλειστικό δικαίωμα στην τελετή των Ελευσινίων Μυστηρίων. Ο Εύμολπος φέρεται σαν ο πρώτος που κατέγραψε "εις τρισχίλια έπη", δηλ. σε τρεις χιλιάδες στίχους, μεγάλο ύμνο για την άφιξη της Δήμητρας στα ανάκτορα του Κελεού, για τις τελετές και τα ιερά μυστήρια που παρέδωσε η θεά στον Τριπτόλεμο και τις θυγατέρες του Κελεού.
Από τον Εύμολπο και τον Κήρυκα, γιο του Εύμολπου κατά μια εκδοχή, προήλθαν τα δύο γένη ευπατριδών της Ελευσίνας, οι Ευμολπίδες και οι Κήρυκες, στα οποία είχαν ανατεθεί τα ανώτατα ιερατικά αξιώματα των μυστηρίων. Από αυτούς εκλεγόταν ο Ιεροφάντης, ο Δαδούχος, ο Ιεροκήρυξ κ.α.
Οι αρχαίοι συγγραφείς δεν αναφέρουν, ποιοί υπήρξαν οι παλαιοί εκείνοι Ελευσίνιοι και ποιά ήταν η φυλετική τους σχέση με τους όμορους Αθηναίους. Ίσως να ήταν απόγονοι των φύλων που κατά καιρούς εγκαταστάθηκαν στην Αττική, προερχόμενα από το Βορρά και που η παράδοση ονομάζει αόριστα Πελασγούς.
Το γεγονός αυτό ενισχύεται και από την μαρτυρία της λατρείας της Δήμητρας σαν θεάς της καλλιέργειας της γης, όπως συμβαίνει και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπου κατοικούσαν προελληνικά φύλα. Στους προελληνικούς αυτούς κατοίκους της Ελευσίνας προστέθηκαν τα Θρακικά φύλα, γιατί ο Εύμολπος αναφέρεται ρητά ότι καταγόταν από την Θράκη. Είναι άγνωστοι οι αγώνες που διεξήχθησαν από την πρώτη εισβολή των Θρακών στο Θριάσιο πεδίο. Η παράδοση αναφέρει, ότι παρά τις αρχικές εχθρικές διαθέσεις, ο Εύμολπος συνδέθηκε φιλικά με τον Κελεό.
Ακολούθησε ο αγώνας των φύλων αυτών με τους Ίωνες της Αττικής, που πρέπει να υπήρξε μακροχρόνιος και σκληρός. Η σύγκρουση ήταν αναπόφευκτη, γιατί η επίκαιρη θέση της Ελευσίνας μεταξύ Αθηνών και Πελοποννήσου, η εύφορη πεδιάδα της, η λαμπρότητα του ιερού της, η γειτονία με τη Σαλαμίνα και ο ασφαλής κόλπος της, οδήγησε στην ανάγκη της προσάρτησης μιας περιοχής, που θα μπορούσε να απειλήσει, ακόμη και μικρή δύναμη αν διέθετε, ένα ισχυρό αντίπαλο είτε αυτός ήταν εγκατεστημένος στην Αττική είτε στη Μεγαρίδα. Οι αρχαίοι συγγραφείς αναφέρονται στους αγώνες αυτούς, που δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθούν ως προς τον αριθμό, τον χρόνο και την διάρκεια. Βέβαιο είναι ότι κατέληξαν στη συνένωση της Ελευσίνας με την Αττική και ότι στους χρόνους του Σόλωνα η Ελευσίνα αποτελεί ένα από τους δυτικούς δήμους της Αττικής και ακολουθεί από τότε τις τύχες της Αθηναϊκής Πολιτείας.