7.5.06

ΣΠΥΡΙΔΩΝ ΤΡΙΚΟΥΠΗΣ

Ένας πολιτικός με όραμα για την Ελλάδα

Γράφει ο Β.Α. Λαμπρόπουλος

Η φήμη του Χαρίλαου Τρικούπη είναι τόσο μεγάλη, που κάλυψε την προσωπικότητα του πατέρα του Σπυρίδωνα Τρικούπη, ο οποίος ήταν, επίσης, μεγάλος και προσωπικότητα πρώτου μεγέθους. Οι επιτυχίες του στην πολιτική και στη διπλωματία ήταν σημαντικότατες για το νεοσύστατο ελληνικό κράτος, η ευγλωττία του και η ρητορική του δεινότητα στη γερουσία και τη βουλή απαράμιλλα, διακρινότανε, επίσης, για την ευγένεια και το ήθος του.

Ο Σπυρίδων Τρικούπης ήτανε το πρώτο παιδί του Ιωάννη Τρικούπη και γεννήθηκε στο Μεσολόγγι στις 8 Απριλίου 1778. Μαθήτεψε κοντά στο διάσημο δάσκαλο Παναγιώτη Παλαμά και κατόπιν στο γιο του Γρηγόρη. Συνέχισε τις εγκύκλιες σπουδές του στην Πάτρα, ενώ είχε ήδη διακριθεί στην καλή γνώση της ελληνικής και της ιταλικής γλώσσας. Κατόπιν έφυγε στο εξωτερικό όπου διδάχθηκε άλλες δύο γλώσσες, γαλλικά και αγγλικά. Στο εξωτερικό είχε την ευκαιρία να γνωριστεί με πολλές σημαντικές προσωπικότητες του δημόσιου βίου, ενώ διατηρούσε σχέσεις με το λόρδο Γκύλφωρδ, ο οποίος περνώντας από το Μεσολόγγι εκτίμησε τις ικανότητες του Σπυρίδωνος Τρικούπη και εξέφρασε την επιθυμία να αναλάβει τη μόρφωσή του στην Αγγλία, πράγμα που αρνήθηκε ο πατέρας του, προτιμώντας να πάρει τα πρώτα γράμματα στην Ελλάδα.

Στη Γαλλία όπου βρέθηκε, ο Σπυρίδων διατήρησε τις σχέσεις του με τον Γκύλφωρδ με αλληλογραφία, ανταλλάσσοντας απόψεις πάνω σε θέματα αρχαιολογικά και ιστορικά.
Με πρόσκληση του λόρδου Γκύλφωρδ ο Σπυρίδων πήγε στη Ρώμη, όπου παρακολούθησε φιλολογικά και φιλοσοφικά μαθήματα στο Πανεπιστήμιο, αλλά συνέχισε τις σπουδές του και σε άλλα ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, πάντα με την εποπτεία του προστάτη του λόρδου.

Στις καλοκαιρινές διακοπές του πήγαινε στην Αγγλία, όπου συνόδευε το λόρδο Γκύλφωρδ σε διάφορες περιηγήσεις. Χάρις τη θέση εμπιστοσύνης που του παρείχε ο λόρδος γνωρίστηκε και με άλλους βρετανούς σημαντικούς ανθρώπους, μεταξύ των οποίων και το Γεώργιο Κάνιγγ. Ο Κάνιγγ συνέγραψε μία ωδή με τίτλο «η δουλεία της Ελλάδος», που αργότερα μετάφρασε ο Σπυρίδων Τρικούπης και δημοσίευσε σε σύγγραμμά του.
Όταν βρισκότανε στο Παρίσι, ο Σπυρίδων, τις παραμονές της Επαναστάσεως, έγραψε μία ωδή, τον «Δήμο», σαν απάντηση στην ωδή του Κάνιγγος.

Ο λόρδος Γκύλφωρδ ενδιαφερότανε για τις καλές σπουδές του προστατευόμενου του, γιατί σκόπευε να του αναθέσει τη διεύθυνση της Ιονίου Ακαδημίας, αλλά τα σχέδια αυτά ανατραπήκανε αφού κηρύχτηκε η Ελληνική Επανάσταση και ο Σπυρίδων ήρθε σο Μεσολόγγι, λαβαίνοντας μέρος, μαζί με τον πατέρα του, στην εκστρατεία του Μαυροκορδάτου.
Ερχόμενος στην Ελλάδα ο Σπυρίδων έλαβε μέρος σε αποστολές στην Τρίπολη, στη Ζάκυνθο και την Κέρκυρα. Στην Ζάκυνθο γνωρίστηκε με το Διονύσιο Σολωμό, τον οποίο παρότρυνε να μάθει ελληνικά, να σταματήσει να γράφει στα ιταλικά και έγινε ο πρώτος του δάσκαλος.

Ο βιογράφος του Διονυσίου Σολωμού Ιάκωβος Πολυλάς σημειώνει ότι κατά την πρώτη συνάντησή τους ο ποιητής του απάγγειλε μία ιταλική ωδή με τίτλο «per prima Messa». Τότε ο Σπυρίδων του είπε ότι «ο προορισμός ήτον όχι να λάβη μίαν λαμπράν θέσιν εις τον ιταλικόν Παρνασσόν, αλλά να έβγη θεμελιωτής νέας φιλολογίας εις την Ελλάδα». Η παραίνεση αυτή υπήρξε προφητική και αποδείχτηκε αληθινή, αφού ο Διονύσιος Σολωμός έγινε ο αρχηγός της επτανησιακής λογοτεχνίας.
Ο Σπυρίδων Τρικούπης δίδαξε στον Σολωμό την καθομιλούμενη γλώσσα, γιατί πρέσβευε ότι το έθνος είχε ανάγκη από γλώσσα που να υπηρετεί τον καθημερινό βίο, τα ήθη, τις έξεις, τις παραδόσεις και τα αισθήματα και όχι γλώσσα νεκρή που είχε κληροδοτήσει ο βυζαντινός ελληνισμός, και είχε υποστεί μεγάλη ζημιά, γιατί ο λαός δεν κατανοούσε τα γραφόμενα, δεν είχε τη δυνατότητα να εξάξει τα αναγκαία πορίσματα.

Νεότατος εξελέγη βουλευτής και από το Μεσολόγγι όπου βρισκότανε αλληλογραφούσε με το λόρδο Μπάιρον που είχε γνωρίσει στην Ιταλία και είχε συνδεθεί μαζί του. Όταν πέθανε ο φιλέλληνας Μπάιρον το νεκρολόγησε ο Σπυρίδων Τρικούπης με μία μνημειώδη ομιλία.
Παρά το γεγονός ότι συνεδέετο με τον Ζαΐμη και το Μαυροκορδάτο ουδέποτε έλαβε μέρος σε κομματικές ομαδοποιήσεις, αποποιούμενος παρασκηνιακές ζυμώσεις.

Ερχόμενος στην Ελλάδα ο Ι. Καποδίστριας του ανέθεσε τη γενική γραμματεία της επικρατείας (δηλαδή πρωθυπουργία), από την οποία παραιτήθηκε διαφωνώντας με την εσωτερική πολιτική του Κυβερνήτη. Δέχθηκε όμως να παραμείνει υπουργός Εξωτερικών, γιατί δεν υπήρχε άλλος που να γνωρίζει τόσο καλά τα εξωτερικά θέματα.
Όταν ο Κυβερνήτης με τρόπο βίαιο θέλησε να ψηφιστεί ο νόμος με τον οποίο διαφωνούσε ο Σπυρίδων Τρικούπης, εδίωξε όσους ακολουθήσανε το παράδειγμά του, οπότε παραιτήθηκε και από το αξίωμα του γραμματέως επί των εξωτερικών υποθέσεων και δεν αναμίχθηκε στη βιαία αντιπολίτευση που ασκήθηκε κατά του Καποδίστρια από τους άλλους πολιτικούς.

Μετά τη δολοφονία του Ι. Καποδίστρια ανέλάβε με τη νέα Κυβέρνηση υπουργός εξωτερικών, αρνούμενός να γίνει Πρωθυπουργός. Στη διάρκεια της θητείας του διαπραγματεύθηκε την εκλογή βασιλέως με τις τρεις Δυνάμεις και με τη Βαυαρική Αυλή. Ο Όθων είχε υποσχεθεί στον Σπυρίδωνα Τρικούπη ότι θα διοικήσει τη χώρα συνταγματικώς και δέχθηκε να αναλάβει πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου, αλλά γρήγορα διαφώνησε όταν έγινε η δίκη του Κολοκοτρώνη και του Πλαπούτα. Μαζί του διαφωνήσανε και οι υπουργοί Κωλέττης και Α. Μαυροκορδάτος, οπότε ο Όθων έστειλε τον Τρικούπη πρέσβη στο Λονδίνο, τον Μαυροκορδάτο πρέσβη στο Μόναχο, τον Κωλέττη στο Παρίσι και αργότερα τον Μεταξά στη Μαδρίτη.

Ο Σπυρίδων Τρικούπης στο Λονδίνο συνδέθηκε με το λόρδο Πάλμερστον, ο οποίος τον εμπιστεύθηκε και τον εκτίμησε πολύ. Αργότερα, όταν οι αξιώσεις της βαυαρικής δυναστείας θεωρήθηκαν εκ μέρους του ως απαράδεκτες, παραιτήθηκε (1838), οπότε τον τοποθετήσανε πρέσβη στην Κωνσταντινούπολη, αλλά αρνήθηκε, γιατί πρόβλεψε τα δεινά που θα συνέβαιναν με την υπογραφή της συνθήκης που προέκυψε και για την οποία είχε δίκιο. Επέστρεψε στην Ελλάδα έχοντας τη δυσμένεια των Βαυαρών της βασιλικής Αυλής, οι οποίοι τον θέσανε σε απομόνωση, απαγορεύοντας στους εξαρτώμενους απ΄ αυτούς υπαλλήλους να έχουν οποιαδήποτε σχέση με τον Σπυρίδωνα Τρικούπη!
Όταν υπογράφτηκε η συνθήκη της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία επέφερε δεινά, δικαιώθηκε πλήρως ο Τρικούπης.

Η θέση του Όθωνα κλονίστηκε από ανταρσία που εκδηλώθηκε στην ανατολική και δυτική Ελλάδα, οπότε για να σώσει τον θρόνο του ανακάλεσε από το Λονδίνο τον Αλ. Μαυροκορδάτο και ζήτησε από τον Σπ. Τρικούπη να αναλάβει πρέσβης στο Λονδίνο, γεγονός που έπραξε από φιλοπατρία και μη θέλοντας να δημιουργηθεί μεγαλύτερη διένεξη. Αλλά η βαυαρική δυναστεία δεν ήταν ειλικρινής στις προθέσεις και τις υποσχέσεις οπότε ο Σπ. Τρικούπης παραιτήθηκε πάλι. Στην Ελλάδα ο Σπ. Τρικούπης εθεωρείτο αρχηγός του λεγομένου αγγλικού κόμματος, του οποίου όμως την αρχηγία είχε ο Αλ. Μαυροκορδάτος. Παρόλα αυτά ήρθε σε πλήρη αντίθεση με τον πρέσβη της Αγγλίας Λάυονς, ο οποίος ήθελε να χειραγωγεί το κόμμα και τον αρχηγό του, πράγμα που δεν εδέχετο ο Τρικούπης. Αντίθετα εκείνος υποστήριζε τη συγχώνευση των τριών ελληνικών κομμάτων (αγγλικού, γαλλικού, ρωσικού) σε ένα, ελληνικό κόμμα, το οποίο να έχει αυτοδυναμία και να διατηρεί πλήρη αξιοπρέπεια απέναντι των ξένων. Δυστυχώς η πρότασή του δεν ευοδώθηκε. Παρατηρεί ο βιογράφος του Αναστάσιος Ν. Γούδας.

Μετά τη μεταπολίτευση του Σεπτεμβρίου ακολουθήσανε πολλά γεγονότα τα οποία έφεραν τον Σπ. Τρικούπη στην πρώτη γραμμή της πολιτικής, αλλά και σε αντίθεση με το βασιλιά, τις ορέξεις του οποίου ουδέποτε ενίσχυσε. Οι ρήξεις και οι αναταραχές ήταν συνεχείς με την ανάμειξη των ξένων δυνάμεων, στις οποίες ο Τρικούπης απείχε, υπερασπιζόμενος πάντοτε την ελληνική αυτοδυναμία. Όταν τελειώσανε αυτά τοποθετήθηκε πάλι πρέσβης στο Λονδίνο (1861), όπου αυτήν την περίοδο βρήκε την ευκαιρία να συγγράψει το «ανεκτίμητο κειμήλιο» την τετράτομη ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως.
Κατά τη θητεία στο Λονδίνο διεξήγαγε με επιτυχία διαπραγματεύσεις για την αναγνώριση των άρθρων του συντάγματος και του ψηφίσματος, που ρύθμιζαν τη διαδοχή του θρόνου, όπως επίσης άλλη διαπραγμάτευση για την άρση της ξένης κατοχής στην Ελλάδα (1856). Τέλος, σημαντική ήταν η προσφορά του, όταν διεξήγαγε μία πολύ δύσκολη διαπραγμάτευση «περί της μη επεμβάσεως εις τα εσωτερικά της Ελλάδος». Από τότε η Ελλάς απαλλάχτηκε από τις αφόρητες πιέσεις που εξασκούσαν προηγουμένως όλοι σχεδόν οι πρέσβεις των ξένων δυνάμεων στις Κυβερνήσεις.

Μία άλλη προσπάθειά του ήταν να πείσει ο Τρικούπης την Αγγλική Κυβέρνηση ότι η Επτάνησος ήταν ελληνική γη και ανήκε στην ελευθερωθείσα Ελλάδα. Οι Άγγλοι θέλανε να διαπιστώσουν ποια ήταν η κοινή γνώμη των Ιονίων Νησιών και ο Πάλμερστον έδειξε ότι ήταν διατεθειμένος να παραχωρήσει τα Επτάνησα στην Ελλάδα, αλλά πάντοτε υπήρχαν τα εμπόδια της αυταρχικότητας του Όθωνα.
Το 1865 παραιτήθηκε ο Μαυροκορδάτος από την πρωθυπουργία και εκλήθη από το Λονδίνο ο Τρικούπης να αναλάβει Πρωθυπουργός και υπουργός εξωτερικών, θέσεις τις οποίες δεν αποδέχθηκε, λέγοντας ότι σε μία συνταγματική πολιτεία ο πρόεδρος του υπουργικού συμβουλίου καταρτίζει το προσωπικό του υπουργείου και έχει την πρωτοβουλία στον κανονισμό της πολιτικής του. Έτσι επανατοποθετήθηκε πρέσβης στο Λονδίνο, όπου παρέμεινε μέχρι το τέλος του 1861 βασανιζόμενος από την αρθρίτιδα που είχε από καιρό. Ζήτησε τότε να επιστρέψει στην πατρίδα, για να ησυχάσει και να ασχοληθεί με την υγεία του.

Στην Ελλάδα οι πολιτικές κρίσεις ήταν συνεχείς και πάντοτε στις δύσκολες στιγμές ο Όθων καλούσε τον Τρικούπη σε βοήθεια και του πρόσφερε την πρωθυπουργία, αλλά εκείνος δεν δεχότανε τις βασιλικές προσφορές, προσπαθούσε όμως να τον πείσει να αποδεχτεί την καθιέρωση καθαρώς κοινοβουλευτικού συστήματος, γιατί έτσι θα επείθοντο οι Άγγλοι να παραχωρήσουν τα νησιά του Ιονίου. Αυτή ήταν μία απαίτηση των Άγγλων και ιδίως του πρωθυπουργού τους Πάλμερστον. Βέβαια τον κατακερματισμό των Ιονίων Νήσων δεν αποδεχότανε ο Τρικούπης (συζητούσαν να αποδώσουνε τα πέντε από τα επτά νησιά), ο οποίος κατέβαλε προσπάθειες να μεταπείσει τους Άγγλους, αλλά και τον Όθωνα να αλλάξει πολιτική και να προβεί σε διάβημα που θα οδηγούσε στην απελευθέρωση της Επτανήσου. Δυστυχώς ο Όθων δεν τον άκουγε και συνεχιζότανε η αστάθεια και η πολιτική κρίση στην Ελλάδα, καθώς και η σύγκρουση των πολιτικών δυνάμεων με τον θρόνο.

Η πεποίθηση του Τρικούπη ότι θα μπορούσε σύντομα να ενσωματωθεί η Επτάνησος με την Ελλάδα, αλλά και άλλη γη, πίεζε προς κάθε κατεύθυνση και συνεργαζότανε με προσωπικότητες, μεταξύ των οποίων με τον Γαριβάλδη, για να υπάρξει κοινή ένοπλος επιδίωξη της μεγάλης ιδέας των Ιταλών και των Ελλήνων στην Ανατολή. Ο Δραγούμης και ο Παπαρρηγόπουλος περιγράφουν επαρκώς αυτές τις προσπάθειες του Τρικούπη, τις οποίες δεν καταλάβαινε ο Όθων. Τελικά παραχωρήθηκαν τα Επτάνησα και οι Άγγλοι θέλανε να παρέμβουν στον Σουλτάνο για να εκχωρηθούν η Ήπειρος και η Θεσσαλία, αναθέτοντας στον άντιπρόσωπό τους Έλιοτ να θέσει το αίτημα στην Κωνσταντινούπολη, γεγονός, που δεν πραγματοποιήθηκε γιατί οι Τούρκοι του απαγορέψανε να το θέσει.
Μετά τις επαναστάσεις του 1863 και την ενσωμάτωση των Ιονίων ο Τρικούπης δεν έλαβε δημόσιες θέσεις λόγω της ασθένειάς του, αλλά πάντοτε παρείχε τις συμβουλές του ως γενναίος και φιλόπατρις πολιτικός άντρας, ο οποίος πίστευε στον κοινοβουλευτισμό, στην αυτοτέλεια και αυτοδυναμία της Ελλάδος και στην εφαρμογή των θεσμών. Πεποιθήσεις που τον ακολουθούσανε ως το τέλος της ζωής του στις 12 Φεβρουαρίου 1863.

Ο Σπυρίδων Τρικούπης ήταν σταθερός στις ιδέες του, αλλά πάντοτε συμβούλευε τους φίλους του να αποφεύγουν τις βιαιότητες και τις διαμάχες, οι οποίες δίχαζαν τους Έλληνες και τον πολιτικό κόσμο. Οραματιζότανε μία πολιτική γνήσια ελληνική, χωρίς επιρροές ξένων δυνάμεων. Τις ιδέες του κληρονόμησε ο γιος του Χαρίλαος ο οποίος εργάσθηκε κι αυτός έχοντας γνώμονα αυτές τις παρακαταθήκες.